Ομιλία της Έφης Γεωργοπούλου-Σαλτάρη για την Αρχή Διασφάλισης της Ποιό-τητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.) και την τροπολογία στο Σχέδιο «Αθηνά» (27.3.2013)


Το τελευταίο διάστημα έχουμε την αίσθηση ότι το Υπουργείο Παιδείας συμπεριφέρεται λες και βρίσκεται σε παιδική χαρά.
Από τη μια μεριά, έρχεται το νομοσχέδιο για την Αρχή Διασφάλισης της ποιότητας στην εκπαίδευση, μπαίνει σε διαβούλευση στην αρμόδια επιτροπή, σε διαβούλευση με τους αρμόδιους φορείς, και ξαφνικά μας προκύπτει ως τροπολογία, για να μπει σε ένα άσχετο νομοσχέδιο εσπευσμένα, μαζί με την τροπολογία για τη νομιμοποίηση των νέων αλλαγών στο Σχέδιο «Αθηνά», η οποία τελευταία τροπολογία έχει κάνει αρκετές βόλτες από νομοσχέδιο σε νομοσχέδιο και αποσύρεται την τελευταία στιγμή. Τώρα επανέρχεται ως νομοσχέδιο, για να ψηφιστεί από εσάς, τα τρία κόμματα της συγκυβέρνησης, που είστε υπέρμαχοι της αξιολόγησης και δεν χάνετε την ευκαιρία να μας κατηγορείτε ότι δεν θέλουμε να αλλάξουν τα κακώς κείμενα στην Παιδεία, ξέροντας φυσικά ότι η αλήθεια δεν είναι αυτή.

Δεν μπορούμε όμως να συναινέσουμε σε αυτό το μπαράζ των αλλαγών, που μας κάνει να αναρωτιόμαστε:
·       Τι θα απομείνει όρθιο από την κατεδαφιζόμενη σήμερα δημόσια εκπαίδευση, μετά το Σχέδιο «Αθηνά», τους υπεροργανισμούς, την εξίσωση των πτυχίων των κολεγίων, τη διεύρυνση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας στην εκπαίδευση;
·       Και πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για αξιολόγηση των σχολείων, των εκπαιδευτικών και του έργου τους όταν το ίδιο το Υπουργείο Παιδείας, κατ’ επιταγήν των μνημονίων βέβαια, κάθε άλλο παρά συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας στην εκπαίδευση;
·       Μήπως θα έπρεπε πρώτα να αυτοξιολογηθεί το Υπουργείο σχετικά με όλα αυτά που όφειλε να έχει εξασφαλίσει στην εκπαίδευση και ύστερα να ζητήσει για την αξιολόγηση των σχολείων και των εκπαιδευτικών, πολύ δε περισσότερο για την αναγκαιότητα σύστασης Αρχής Διασφάλισης της ποιότητας στην εκπαίδευση;
·       Τι έχει κάνει το ίδιο για την πραγματική διασφάλιση της ποιότητας αυτής;
Οι απαντήσεις, αυτονόητες και αμείλικτες:
·       Υποβάθμιση, απαξίωση και απογύμνωση του δημόσιου σχολείου από βασικές δομές και εκπαιδευτικές υπηρεσίες, που καθιστούν προβληματική ακόμη και την υποτυπώδη λειτουργία του.
·       Αμέτρητα κενά σε εκπαιδευτικό προσωπικό, τα οποία δεν έχουν καλυφθεί έως τώρα, λίγους μήνες πριν από τη λήξη της σχολικής χρονιάς.
·       Χιλιάδες χαμένες ώρες διδασκαλίας, άρα και εκπαιδευτικό έργο εκ των πραγμάτων ελλιπές.
·       Παύση της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών (μιας υποχρέωσης της Πολιτείας), κατάργηση των εκπαιδευτικών αδειών, μεταπτυχιακά με καταβολή διδάκτρων.
Αποτέλεσμα όλων αυτών; Η αδυναμία αναβάθμισης των τυπικών προσόντων δασκάλων και καθηγητών. Η οικονομική εξαθλίωση των εκπαιδευτικών και των γονέων που έχουν παιδιά σχολικής ηλικίας. Μαθητές που υποσιτίζονται και κρυώνουν.
Μεγάλος ο κατάλογος που συνθέτει τη ζοφερή πραγματικότητα στο σημερινό χώρο της εκπαίδευσης. Και έρχεται τώρα το σχέδιο νόμου για την Αρχή Διασφάλισης ως χαριστική βολή του Προεδρικού Διατάγματος για την Αξιολόγηση, ως επιστέγασμα ενός καθεστώτος αυθαιρεσίας, εκφοβισμού, χειραγώγησης και υποταγής των εκπαιδευτικών.
Πρόκειται, κατ’ αρχάς, για ένα σχέδιο νόμου που δεν έχει τη σύμφωνη γνώμη της εκπαιδευτικής κοινότητας και δεν προβλέπει τη συμμετοχή της στη σύνθεση του νέου οργάνου αξιολόγησης με εκπροσώπους από την Πρωτοβάθμια και τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Αντιθέτως, το νέο αυτό όργανο είναι καθαρά υπουργοκεντρικό, επιλέγεται ευθέως από την Κυβέρνηση και τον Υπουργό Παιδείας και έχει υπερεξουσίες στην αξιολόγηση της εκπαίδευσης.
Αναφέρεται στο νομοσχέδιο ότι ένα κριτήριο αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και του εκπαιδευτικού έργου θα είναι τα μαθησιακά αποτελέσματα. Αλήθεια, μπορείτε να φανταστείτε τι είδους προβλήματα θα δημιουργήσει μια τέτοια παράμετρος αξιολόγησης; Από την ίδια αφετηρία ξεκινούν και στην ίδια βάση λειτουργούν ένα σχολείο στην Πλατεία Βάθης και ένα σχολείο στην Εκάλη; Οι ίδιοι παράγοντες καθορίζουν το προφίλ των μαθητών των δύο σχολείων (κοινωνική προέλευση, οικονομική και οικογενειακή κατάσταση, συνθήκες διαβίωσης) και ίδιες επιδόσεις έχουν; Άρα, θα είναι ισότιμη η αξιολόγησή τους;
Άλλο κριτήριο θα είναι οι υποδομές των σχολείων ‒ βιβλιοθήκες, εργαστήρια. Μα το Υπουργείο έχει κλείσει τις βιβλιοθήκες! Και πολλά εργαστήρια στήνονται και λειτουργούν με την οικονομική στήριξη των γονιών όσων έχουν τη δυνατότητα. Τι θα γίνει, αλήθεια, με τα σχολεία στα οποία οι γονείς δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα; Θα κριθούν ανεπαρκή, ή θα μπει από το παράθυρο η κάθε ιδιωτική εταιρεία-χορηγός για να «στηρίξει» τα συγκεκριμένα σχολεία και να τους «δώσει έτσι την ευκαιρία» να αξιολογηθούν επί ίσοις όροις με τα άλλα, τα εύρωστα, φορώντας και τον μανδύα της κοινωνικής ευαισθητοποίησης;
Ας μη γελιόμαστε. Τα παραπάνω κριτήρια μόνο σε ανταγωνισμό μεταξύ των σχολείων θα οδηγήσουν, στο διαχωρισμό τους σε «επιτυχημένα» και «αποτυχημένα», σε κατηγοριοποίησή τους ανάλογα με το αν θα έχουν «καλούς» ή «κακούς» μαθητές. Μια εφιαλτική κούρσα για επιτυχία και, ίσως, για διατήρηση της κρατικής χρηματοδότησης.  Με τη δαμόκλειο σπάθη των περικοπών, των απολύσεων των εκπαιδευτικών, της κατάργησης των σχολικών μονάδων που θα αξιολογούνται αρνητικά.
Άλλο κριτήριο αξιολόγησης, σύμφωνα με το νομοσχέδιο, θα είναι η κρίση μαθητών και γονιών. Αναρωτιέμαι, με ποιον τρόπο θα τίθεται στην κρίση των παιδιών η ποιότητα της διδασκαλίας του εκπαιδευτικού; Πώς θα μετριέται; Όσο για τη γνώμη των γονιών, πώς ακριβώς θα διατυπώνεται; Με τι αντικειμενικά κριτήρια; Πώς θα προσμετράται στη συνολική εικόνα του αξιολογούμενου σχολείου; Κι αν υπάρχουν εμπάθειες και λειτουργούν υποκειμενικά κριτήρια, πώς θα διαφυλάσσεται ο δάσκαλος;
Το νομοσχέδιο προβλέπει ως κριτήριο αξιολόγησης της σχολικής μονάδας και την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Αλήθεια, πώς θα μετριέται και αυτός ο βαθμός της επιτυχίας της;
Τέλος, σύμφωνα με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, η Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε.) θα κοστίζει πάνω από 1,5 εκατομμύριο ευρώ ετησίως, ποσό το οποίο θα καλύπτεται από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας. Αναρωτιέμαι, ποιες δαπάνες ‒ποιες ακόμη δαπάνες θα περικοπούν για να καλυφθεί αυτή η Αρχή; Δεν θα μπορούσατε να διαθέσετε αυτά τα χρήματα για την κάλυψη αναγκών της εκπαίδευσης που υπερεπείγουν αυτήν τη στιγμή; Νομιμοποιείστε ηθικά να δημιουργήσετε ένα ακόμη έξοδο ενώ έχετε επιβάλει εξοντωτική λιτότητα σε τόσους τομείς της δημόσιας ζωής;
Ο κύριος Υπουργός εξάλλου, στην επίκαιρη επερώτηση που κάναμε για το Σχέδιο «Αθηνά», μας δήλωσε πολύ απλά και με σαφήνεια ότι, από τους 1.550 ωρομίσθιους καθηγητές που απασχολήθηκαν πέρυσι στην Ανώτατη Εκπαίδευση, φέτος θα απασχοληθούν μόνο 150.
Υπάρχει, βέβαια, η δέσμευση του Υφυπουργού ότι θα έρθει με τροπολογία αυτό το θέμα ως προς το ύψος των αμοιβών. Ωστόσο, εμείς βλέπουμε ότι η οικονομία έχει ξεκινήσει από εκεί, δηλαδή από λάθος σημείο, με τους λιγότερους εκπαιδευτικούς, όπως εξάλλου και με τους λιγότερους γιατρούς στο θέμα της Υγείας. Από την άλλη μεριά, είδαμε και στο παρελθόν να «προικοδοτούνται» υπερδομές όπως Συμβούλια, Αρχές και Οργανισμοί με δυσανάλογα υπέρογκα κονδύλια.
Εμείς στον ΣΥΡΙΖΑ σας καλούμε να πάψετε να υπονομεύετε ένα από τα βασικότερα δικαιώματα των παιδιών και της ελληνικής κοινωνίας, τη δημόσια και δωρεάν Παιδεία.


.