Απόφαση της Πολιτικής Γραμματείας για την κατάσταση στο χώρο της εκπαίδευσης

Εισαγωγικά

Η κυβέρνηση  στο χώρο της παιδείας ακολουθεί μια πολιτική εναρμονισμένη με τους στρατηγικούς στόχους της νεοφιλελεύθερης εκπαιδευτικής πολιτικής της ΕΕ- ΔΝΤ.  Βασικές αιχμές αυτής της πολιτικής είναι:

  • στην πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση η προώθηση σειράς αλλαγών κάτω από τον τίτλο «Νέο Σχολείο»,
  • στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θεμελιακές αλλαγές που τίθενται με το κείμενο «διαβούλευσης», που αμφισβητούν την τριτοβάθμια εκπαίδευση ως δημόσιο και κοινωνικό αγαθό, ενώ παράλληλα προωθείται η αμφισβήτηση/κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου.
Οι αλλαγές αυτές περιβάλλονται με μια ρητορική που ξεκινά από υπαρκτά προβλήματα της εκπαίδευσης, τα γενικεύει και τα εντάσσει στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα, επιδιώκοντας την υποβάθμιση και συρρίκνωση της δημόσιας εκπαίδευσης και την ευθυγράμμισή της με τα ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα. Ενδεικτικές είναι οι συχνές διατυπώσεις για άνοιγμα του σχολείου στις δυνάμεις της αγοράς, ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της «καινοτομίας», του «επιχειρηματικού πνεύματος» κ.ο.κ., σε συνδυασμό, πάντα, με το περιεχόμενο που δίνεται σε αυτούς τους όρους.
Οι αλλαγές που προωθούνται τόσο στο περιεχόμενο σπουδών, στη δομή και λειτουργία του «νέου σχολείου» όσο και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στοχεύουν στην κατεύθυνση ενός ιδιωτικοποιημένου, πειθαρχημένου και προσαρμοσμένου στα κυρίαρχα συμφέροντα εκπαιδευτικού συστήματος.
Σε γενικές γραμμές, η εκπαιδευτική πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση στη χώρα μας διέπεται από τις αρχές και αντιλήψεις που χαρακτηρίζουν διεθνώς τις νεοφιλελεύθερες εκπαιδευτικές πολιτικές. Βασικοί στόχοι αυτών των πολιτικών είναι οι εξής:
  • ανακατανομή του πλούτου υπέρ των κυρίαρχων οικονομικών δυνάμεων,
  • δημιουργία πολιτών-εργαζομένων σύμφωνα με τις επιδιώξεις του νεοφιλελεύθερου οικονομικού υποδείγματος,
  • υπονόμευση της δημόσιας εκπαίδευσης, απόσυρση του κράτους από τις δαπάνες για την εκπαίδευση και, ουσιαστικά, άνοιγμά της σε στρατηγικές επενδύσεις κερδοσκοπικών εταιριών,
  • μετατόπιση της ευθύνης για τη μόρφωση στο ίδιο το άτομο,
  • μείωση των δαπανών για την εκπαίδευση,
  • μετατόπιση της ευθύνης για την υποβάθμιση της δημόσιας εκπαίδευσης στους/τις εκπαιδευτικούς, με επιδίωξη τη νομιμοποίηση των πολιτικών αξιολόγησης και την καθιέρωση μιας ανταγωνιστικής κουλτούρας στο χώρο της εκπαίδευσης.
 Η εναρμόνιση της εκπαιδευτικής πολιτικής της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ με τις νεοφιλελεύθερες εκπαιδευτικές πολιτικές που ακολουθούνται διεθνώς αφορά τόσο το περιεχόμενο των αλλαγών που προωθούνται όσο και τις μεθόδους που ακολουθούνται για την πραγμάτωσή τους. Ακόμη και σε επίπεδο συνθηματολογίας, είναι χαρακτηριστική η υιοθέτηση από το Υπ. Παιδείας του συνθήματος «Κανένα σχολείο και κανένα παιδί να μη μείνει πίσω», που αποτελεί σχεδόν πιστή αντιγραφή του συνθήματος «Κανένα παιδί να μη μείνει πίσω» («No Child Left Behind», NCLB) της αντίστοιχης αμερικανικής εκπαιδευτικής πολιτικής.
Αξίζει, επίσης, να τονιστεί ότι οι εξαγγελίες για το «νέο σχολείο» της «σοσιαλιστικής» κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αποτελούν στην ουσία συνέχεια και περαιτέρω εμβάθυνση των αντίστοιχων διακηρύξεων της Νέας Δημοκρατίας (π.χ. «Όλα είναι ..θέμα Παιδείας!» του Ευρ. Στυλιανίδη και «Ψηφιακή Τάξη» του Άρη Σπηλιωτόπουλου).
Ως προς τη διαδικασία που ακολουθείται για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής πρέπει να προσεχτούν τα εξής σημεία:
  • Μετά τις αρχικές, γενικόλογες εξαγγελίες για την «εκπαιδευτική αλλαγή» ή για το «νέο σχολείο» ακολουθείται μια προσεκτική πορεία διαδοχικών βημάτων, καθένα από τα οποία προωθεί ένα επιμέρους τομέα του «νέου σχολείου», μια ψηφίδα δίπλα στις άλλες, που συνήθως τίθεται σε διαβούλευση. Με αυτή τη διαδικασία επιδιώκεται να εξασφαλιστεί η σταδιακή αφομοίωση και αποδοχή των μέτρων σε συνδυασμό με τη νομιμοφάνεια ενός «ανοιχτού» και «δημοκρατικού» διαλόγου. Επιστρατεύονται παράλληλα για το σκοπό αυτό και θεσμοί «διαλόγου» όπως το ΕΣΥΠ ή άλλοι παρόμοιοι, ενώ η συμμετοχή σε αυτή τη διαδικασία κάποιων κομμάτων ή εκπαιδευτικών και κοινωνικών φορέων αξιοποιείται συστηματικά για τη σπίλωση εκείνων που αρνούνται να συμμετάσχουν. Βασικός σε αυτή τη διαδικασία είναι ο ρόλος κάποιων ΜΜΕ που έχουν αναλάβει την υπόθεση σχεδόν «εργολαβικά».
  • Ο ρυθμός των εξαγγελιών είναι εξαιρετικά ταχύς. Έτσι,  εξασφαλίζεται η συνεχής προβολή τους από τα ΜΜΕ και ταυτόχρονα δίνεται προς την κοινή γνώμη η εικόνα ραγδαίων αλλαγών στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η όλη διαδικασία υποστηρίζεται από τη συστηματική χρήση των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας. Επιστρατεύονται για το σκοπό αυτό τόσο η ιστοσελίδα του Υπ. Παιδείας όσο και προσωπικές ιστοσελίδες των ηγετικών στελεχών του.
  • Με την πρακτική της «διαβούλευσης» μέσω του Διαδικτύου δίνεται η εντύπωση της άμεσης συμμετοχής των πολιτών στο σχεδιασμό της εκπαιδευτικής πολιτικής, ενώ ταυτόχρονα παρακάμπτονται τα συλλογικά όργανα και φορείς. Συνήθως αναρτάται ένα γενικόλογο, ασαφές και  σύντομο κείμενο, που περιγράφει με αρνητικό τρόπο την υπάρχουσα κατάσταση, τονίζει με θετικό τρόπο τη στόχευση του Υπ. Παιδείας και θέτει προσεκτικά επιλεγμένα ερωτήματα που υπηρετούν τον επιδιωκόμενο σκοπό. Οι πολίτες και οι φορείς καλούνται αδιακρίτως να τοποθετηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και στο τέλος της διαβούλευσης συντάσσεται από το Υπ. Παιδείας σύντομο πόρισμα.
  • Επιμέρους παρεμβάσεις επιδιώκεται να δώσουν την εντύπωση γενικευμένων αλλαγών. Έτσι, στη μια περίπτωση ένα κατάλληλα προετοιμασμένο Ολοήμερο Δημοτικό στη Θέρμη, στην άλλη μια «ψηφιακή τάξη» στη Λήμνο προβάλλονται από φιλικά προς την κυβέρνηση ΜΜΕ ως αντιπροσωπευτικά δείγματα της γενικότερης κατάστασης που επικρατεί στα σχολεία.
  • Αποφεύγεται όσο είναι δυνατόν το ταυτόχρονο άνοιγμα πολλών «μετώπων» (π.χ. πρωτοβάθμια/δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια), με σαφή την επιδίωξη να μην ευνοηθεί η οργάνωση ενός ενιαίου πανεκπαιδευτικού μετώπου.
  • Είναι έκδηλη και στην ελληνική περίπτωση η προσπάθεια ενοχοποίησης των εκπαιδευτικών και ιδίως του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος για την αναποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης. Και εδώ η συνταγή είναι κλασική στο είδος της. Με αφετηρία υπαρκτά προβλήματα, επιχειρείται η διόγκωση και η γενίκευσή τους με ένα στόχο: να εκμηδενιστεί ηθικά ο «αντίπαλος» και να αποδυναμωθεί κάθε συλλογική αντίδραση. Με μια κοινή γνώμη αδύναμη να διακρίνει τα μεγάλα διακυβεύματα, αποπροσανατολισμένη και αδρανοποιημένη, μπορεί να προωθηθεί η περαιτέρω αμφισβήτηση της δημόσιας εκπαίδευσης. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της εκπομπής «Το Κουτί της Πανδώρας» για τη σπίλωση συνολικά τόσο της ίδιας της δημόσιας Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης  όσο και των εκπαιδευτικών της.
Ουσιαστικά, το «νέο σχολείο-πανεπιστήμιο» της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ είναι σχολείο των μορφωτικών ανισοτήτων, της ιδιωτικοποίησης, των περικοπών και της υποχρηματοδότησης,  εναρμονισμένο με τις επιδιώξεις του κεφαλαίου, επιλεκτικό, φθηνό και ευέλικτο, για να μπορεί να προσαρμόζεται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες των αγορών.
Το τοπίο της ελληνικής εκπαίδευσης προδιαγράφεται ακόμη πιο δυσοίωνο, καθώς μια σειρά από αρνητικά μέτρα επιβαρύνουν αφόρητα την ελληνική εκπαίδευση.
Τα αποτελέσματα  της κυβερνητικής πολιτικής και του 2,75 για την εκπαίδευση και του 0,75 για την έρευνα  είναι ήδη ορατά, η κατάσταση στο χώρο της δημόσιας παιδείας και στις τρεις βαθμίδες  είναι τραγική.
  • Οι εργολάβοι δεν παραδίδουν νέα κτίρια στον ΟΣΚ γιατί δεν πληρώνονται. Οι σχολικές επιτροπές πήραν μόνο το 1/3 της χρηματοδότησης, με τα νέα οικονομικά δεδομένα τα σχολεία δεν θα μπορούν να καλύψουν τις λειτουργικές δαπάνες( 2.500 /σχολείο)  οι γονείς θα κληθούν  να καλύψουν τα έξοδα. Ότι κοστίζει δεν λειτουργεί, τα αθλητικά σχολεία κλείνουν, η ενισχυτική διδασκαλία είναι πολυτέλεια, η πρόσθετη διδακτική στήριξη καταργήθηκε.
  • Με εγκύκλιο του Υπ Παιδείας αποφασίστηκε η συγχώνευση και η κατάργηση σχολικών μονάδων για την επόμενη σχολική χρονιά. Αν και τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση και συγκέντρωσε αρνητικά σχόλια η ηγεσία του Υπουργείου προχωράει στον σχεδιασμό αυτό με μόνο κριτήριο την εξοικονόμηση δαπανών αδιαφορώντας για τα κοινωνικά και παιδαγωγικά προβλήματα που θα προκαλέσει. ( αύξηση του φαινομένου μαθητικής διαρροής, δημιουργία πολυδύναμων μεγάλων απρόσωπων σχολικών μονάδων, όξυνση των φαινομένων βίας, δυσκολίες στην επικοινωνία εκπαιδευτικών και γονέων, μείωση των θέσεων των εκπαιδευτικών αλλά και αύξηση της εσωτερικής μετανάστευσης ). Ήδη οι τοπικές κοινωνίες ,  οι γονείς, οι μαθητές και οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν την αντίθεση τους  αλλά η ηγεσία του υπουργείου τους αγνοεί. Στην περιφέρεια αλλά και στην Αττική το πρόβλημα αυτό κινητοποιεί όχι μόνο τους εκπαιδευτικούς αλλά και τους γονείς, έχουν ήδη γίνει επιτροπές για την μη κατάργηση-συγχώνευση σχολείων, μαζικές πορείες στα δημαρχία, παρεμβάσεις σε δημοτικά συμβούλια. Φαίνεται ότι αναπτύσσεται ένα ιδιαίτερα μαζικό κίνημα διαταξικό ( γονείς-μαθητές- εκπαιδευτικοί) στο οποίο συμμετέχουμε και προσπαθούμε να το εμπλουτίσουμε και να το δυναμώσουμε ενισχύοντας το με θέσεις, συνδέοντας το ειδικό με τα γενικά. Εκτιμάμε ότι μπορεί να γίνει η σπίθα για την ανάπτυξη του κινήματος παιδείας σήμερα.
  • Η περιστολή των δαπανών στην τριτοβάθμια και στην έρευνα έχει οδηγήσει τα ιδρύματα σε ασφυκτική κατάσταση. Το Υπουργείο μεθοδεύει την οικονομική και λειτουργική χρεοκοπία των Ιδρυμάτων. Παραβιάζοντας κάθε νόμιμη και δημοκρατική πρακτική περικόπτει κατά το 1/3 τους προϋπολογισμούς των Ιδρυμάτων μετατρέποντας την αυτοτέλεια τους σε κενό γράμμα. Η εκπαιδευτική  διαδικασία, γνωστικά αντικείμενα και επιστημονικές περιοχές συρρικνώνονται στα μέτρα των λογιστικών φύλλων του Μνημονίου. Γενικεύει αυθαίρετα τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, παρανομεί μέσω αυθαίρετων συμβάσεων εργασίας που περικόπτουν διδακτικό έργο και ταυτόχρονα εφαρμόζει μια απροκάλυπτα παράνομη στάση πληρωμών έναντι συμβασιούχων διδασκόντων ΠΔ 407/80 και Έκτακτων Εκπαιδευτικών των ΤΕΙ. Με αποτέλεσμα ολόκληρα εκπαιδευτικά ιδρύματα να μην μπορούν να λειτουργήσουν ( ΤΕΙ Πειραιά). Eίναι χαρακτηριστικό πως η πληρέστερη βιβλιοθήκη στον τομέα των Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών στη χώρα, αυτή του Παντείου Πανεπιστημίου, η οποία εξυπηρετεί πάνω από 18.000 εγγεγραμμένους χρήστες, εκπέμπει σήμα κινδύνου λόγω έλλειψης προσωπικού και αδυναμία συντήρησης των υποδομών της.
  • Στους φοιτητές με πρόσφατη εγκύκλιο (28-1-2011) περιορίζεται η δωρεάν διάθεση συγγραμμάτων, δίνεται πια μόνο ένα βιβλίο ανά μάθημα και με υποσημείωση μόνο για τα μαθήματα που θεωρούνται απαραίτητα  για τη λήψη πτυχίου. Μάλιστα καλούνται να επιστρέψουν τα επιπλέον συγγράμματα που έχουν ήδη παραλάβει.
  • Στα ερευνητικά κέντρα ακόμα χειρότερα , οι εργαζόμενοι στο ΕΛΚΕΘΕ (κέντρο θαλάσσιας έρευνας) βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας. Ο προυπολογισμός του Κέντρο είναι ελλειμματικός και το έλλειμμα αγγίζει και την μισθοδοσία των εργαζόμενων. Στην  ίδια κατάσταση  πρόκειται να βρεθούν   « ο Δημόκριτος», το Αστεροσκοπείο, το ΕΚΚΕ. Η κυβέρνηση προχωράει στην υποβάθμιση της βασικής έρευνας μέσω της ελεγχόμενης χρηματοδότησης «χρηστικών» προγραμμάτων, σε συγχώνευσης ερευνητικών κέντρων, στην ενίσχυση της εμπορευματοποίησης , στην υποβάθμιση του ακαδημαϊκού της χαρακτήρα και στην άκριτη μεταφορά μοντέλων από το εξωτερικό.
Προτάσεις / Επικείμενες μεταρρυθμίσεις του Υπ Παιδείας.
Να επισημάνουμε ότι χωρίς να υποστηρίζουμε το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα είμαστε απόλυτα αντίθετοι με τις μεταρρυθμίσεις που προτείνει το ΥΠ. Παιδείας. Το σημερινό σχολείο, το σημερινό πανεπιστήμιο καθόλου δεν ανταποκρίνεται στο σχολείο στο πανεπιστήμιο των οραμάτων μας, χρειάζονται αλλαγές ουσιαστικές και στη δομή και στο περιεχόμενο, εξάλλου πρώτοι εμείς έχουμε θέσει θέμα ριζικών αλλαγών οι οποίες όμως βρίσκονται στον αντίποδα αυτών που προτείνει το  Υπ. Παιδείας.
 1.       Με τον τίτλο «Εξορθολογισμό της διοίκησης» προβλέπονται συγχωνεύσεις σημαντικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (ΠΙ, ΟΕΕΚ, ΚΕΕ ). Βασικές εκπαιδευτικές λειτουργίες και παροχές (σχολικά βιβλία, εκπαιδευτική έρευνα, επιμόρφωση των εκπαιδευτικών κ.λπ.), υποβαθμίζονται, οδηγούνται σε κατάργηση ή σε εκχώρηση στον ιδιωτικό τομέα , ενώ ταυτόχρονα ενισχύονται ο συγκεντρωτισμός και  ο ασφυκτικός κεντρικός έλεγχος από την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας.
Τίθεται πλέον εν αμφιβόλω και η διαδικασία εκτύπωσης και δωρεάν διάθεσης των σχολικών βιβλίων η οποία ανατίθεται στο Ερευνητικό Ινστιτούτο Τεχνολογίας Υπολογιστών, με έδρα την Πάτρα με πόρους κυρίως από το ΕΣΠΑ.
2.       Υποχρεωτική Εκπαίδευση - Ολοήμερα Σχολεία Η κυβέρνηση παρουσιάζει μια εξιδανικευμένη εικόνα για το ολοήμερο σχολείο, ενώ η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική από την πιλοτική λειτουργία. Το Ολοήμερο επιβάλλεται καταναγκαστικά από το Υπ. Παιδείας χωρίς ουσιαστικό διάλογο με τους αρμόδιους φορείς. Το νέο πρόγραμμα σπουδών προβλέπει την εισαγωγή νέων αντικειμένων (π.χ. 1η και 2η ξένη γλώσσα), χωρίς συνολική μελέτη του ζητήματος και επαρκή παιδαγωγική τεκμηρίωση. Οι αλλαγές στο Ολοήμερο «δεν επιφέρουν δαπάνη για τον κρατικό προϋπολογισμό», σύμφωνα με τη σχετική εγκύκλιο του Υπ. Παιδείας. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει επιπλέον χρηματοδότηση για ό,τι επιπλέον συνεπάγεται η λειτουργία του. Επισημαίνονται σοβαρά προβλήματα στη στελέχωσή τους με επαρκές και κατάλληλα εκπαιδευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό (δεν γίνονται διορισμοί, αποσπώνται εκπαιδευτικοί της δευτεροβάθμιας χωρίς επαρκή παιδαγωγική εκπαίδευση, κάλυψη αναγκών από περιφερόμενους αναπληρωτές με πόρους του ΕΣΠΑ κ.λ.π
Στο πρόγραμμα του ΣΥΝ για την αναβάθμιση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευση προτείνουμε: Αναδιάρθρωση και εμπλουτισμό των προγραμμάτων σπουδών με μαθήματα και δραστηριότητες που να βοηθούν το παιδί να κατανοήσει με πληρότητα το κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον: περιβαλλοντική εκπαίδευση, εκπαίδευση στην ισότητα των φύλων, αγωγή υγείας, μουσική και άθληση, εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα, στην αξία της ειρήνης, της αλληλεγγύης κλπ. Επισημαίνοντας ότι η λειτουργία ενός ολοήμερου, αλλά καλά οργανωμένου, σχολείου, με την απαιτούμενη υλικοτεχνική υποδομή, με το κατάλληλο επιστημονικό και βοηθητικό προσωπικό και με διευρυμένο ωράριο διευκολύνει τον εμπλουτισμό του προγράμματος με τέτοιες δραστηριότητες.
3.       «Νέο Λύκειο»:
  • Πρόκειται για αλλαγές που αφορούν το περιεχόμενο των σπουδών, τα μαθήματα που θα διδάσκονται . Επί της ουσίας αμφισβητείται και διακυβεύεται η γενική μόρφωση που επιχειρείται να υποκατασταθεί από ένα άθροισμα κατακερματισμένων γνωστικών πεδίων που προσφέρονται στους μαθητές/τριες προς επιλογή για να δομήσουν μια προσωπική μορφωτική πορεία.
  • Θεσμοθετείται στο επίπεδο της λυκειακής βαθμίδας ένα «διπλό» (τουλάχιστον) δίκτυο, Γενικού Λυκείου και Τεχνολογικού Λυκείου, με έντονα τα στοιχεία της πρώιμης (από την Α΄ Λυκείου) επαγγελματικής ή/και προεπαγγελματικής εξειδίκευσης.
  • Ενώ η πρόταση για «επανίδρυση» των πειραματικών ή «πρότυπων» σχολείων ( τρόπος εισαγωγής, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της φυσιογνωμίας τους)μας  παραπέμπουν σε ένα σχολείο της ελίτ- κέντρα αριστείας-  που θα διευρύνει τις μορφωτικές ανισότητες.
Η πρόταση του εκπαιδευτικού κινήματος και της Αριστεράς για ένα Ενιαίο Λύκειο θεωρίας και πράξης και δημιουργία κύκλου αποκλειστικά δημόσιας και δωρεάν μεταλυκειακής Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης αγνοείται.
 Η ακύρωση του μορφωτικού χαρακτήρα του Λυκείου παρατείνεται. Η κυβέρνηση επιμένει στην εξεταστική λογική της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αγνοώντας την πρόταση, που εδώ και καιρό έχουμε καταθέσει για ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.  Μια πρότασή που υπηρετεί το βασικό πρόταγμα μας,  τη κατοχύρωση του δημόσιου και καθολικού δικαιώματος των πολιτών στη γενική παιδεία χωρίς ταξικούς φραγμούς, που καταργεί οριστικά τον σημερινό χαρακτήρα του λυκείου ως μηχανισμού «προγύμνασης» των νέων για την πρόσβασή τους στα ΑΕΙ/ ΑΤΕΙ, που αναβαθμίζει τον μορφωτικό του ρόλο, ενώ ταυτοχρόνως απαλλάσσει την οικογένεια από τις δυσβάσταχτες δαπάνες για τα φροντιστήρια.
  • Στο σχεδιασμό του νέου εκπαιδευτικού τοπίου είναι φανερή η σύνδεση του «νέου σχολείου» με την ανανεωμένη αρχιτεκτονική δομή της αυτοδιοίκησης (Καλλικράτης). Ένας από τους βασικούς στόχους αυτής της σύνδεσης είναι η επιδίωξη της μείωσης των κρατικών δαπανών για την εκπαίδευση και η μετακύλισή τους προς τους δημότες μέσω της τοπικής αυτοδιοίκησης.
  • Αναγκαίο συμπλήρωμα της ακολουθούμενης πολιτικής της «αποκέντρωσης» και της υποχρηματοδότησης είναι η αλλαγή στον τρόπο οργάνωσης και διοίκησης των σχολικών μονάδων με τη μετακίνηση προς τις πρακτικές του «μάνατζμεντ» (π.χ. ο διευθυντής του σχολείου πρέπει να έχει ικανότητες «μάνατζερ»).

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ.

Το μαζικό πανεπιστήμιο  που ξέραμε  έχει τελειώσει.  Δεδομένου ότι η εκπαιδευτική πολιτική αποτελεί υποσύνολο της ευρύτερης μακροοικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, η μορφή που παίρνει το πανεπιστήμιο έχει άμεση σχέση με τις εκάστοτε ανάγκες του κεφαλαίου και την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής. Στην παρούσα συγκυρία η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να ευθυγραμμίσει το πανεπιστήμιο με τις ανάγκες του νέου κοινωνικού καταμερισμού εργασίας. Η επικείμενη μεταρρύθμιση έρχεται να κατοχυρώσει νομικά και να ενισχύσει τις πραγματικές τάσεις νεοφιλελευθεροποίησης και επιχειρηματικοποίησης του δημόσιου πανεπιστημίου. Ταυτόχρονα, η πανεπιστημιακή δομή αλλάζει ενώ το κόστος αναπαραγωγής και εκπαίδευσης της εργασιακής δύναμης μετακυλίεται στους ίδιους τους φοιτητές. Στόχος των αλλαγών που προτείνονται είναι από τη μία πλευρά η συρρίκνωση και διαστρωμάτωση του φοιτητικού πληθυσμού και από την άλλη πλευρά η διαμόρφωση ενός υποτιμημένου εργασιακού δυναμικού τόσο σε επίπεδο μισθού όσο και σε επίπεδο δικαιωμάτων, το οποίο θα πρέπει συνεχώς να προσαρμόζεται πλήρως στις βραχυπρόθεσμες ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Προς αυτή την κατεύθυνση, η υπουργός Παιδείας το επόμενο χρονικό διάστημα θα καταθέσει προς ψήφιση στη Βουλή ένα ολοκληρωμένο νομοσχέδιο νεοφιλελεύθερης αναδιάρθρωσης, το οποίο συνιστά συνέχεια της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής που γνωρίσαμε τα προηγούμενα χρόνια (νόμος-πλαίσιο Γιαννάκου κτλ)
Με τις προτάσεις του Υπουργείου όπως έχουν κατατεθεί στο κείμενο διαβούλευσης προωθούνται μεταρρυθμίσεις που αλλοιώνουν το δημόσιο, δωρεάν και αυτοδιοίκητο χαρακτήρα του πανεπιστημίου και το επαναθεμελιώνουν σε μια ιδιωτικοοικονομική κατεύθυνση πάνω στο τρίπτυχο ανταγωνιστικότητα - απασχολησιμότητα - κινητικότητα. Το νεοφιλελεύθερο πανεπιστήμιο    μεταβάλλεται ώστε να παρέχει τη μέγιστη εξειδίκευση με τα ελάχιστα επαγγελματικά δικαιώματα με ένα αντίστοιχα υποβαθμισμένο γνωστικά πτυχίο. Ένα εξατομικευμένο, εξειδικευμένο πτυχίο που οδηγεί τον εργαζόμενο στην ευελιξία και την επισφάλεια μειώνοντας την διαπραγματευτική του θέση και οξύνοντας τον ανταγωνισμό γιατί αυτό απαιτεί η σημερινή φάση του καπιταλισμού.
Είναι σαφές ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι κομμάτι – και μάλιστα απαραίτητο – της συνολικής αναδιάρθρωσης που επιχειρεί η κυβέρνηση με το περίφημο μνημόνιο
Προκειμένου το Πανεπιστήμιο να υπηρετήσει την « επιχειρηματική αναταγωνιστικότητα» δρομολογούνται :
1.«ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ» ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ:  Αυτός είναι και ο βασικός πυλώνας των εξαγγελιών, κινείται στην αντίληψη ότι πλέον η πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν μπορεί να αποτελεί κομμάτι του κρατικού προϋπολογισμού και καλούνται πλέον τα ιδρύματα να βρίσκουν τα ίδια τους πόρους τους είτε από επιχειρηματικούς ομίλους είτε από ιδιώτες. Το Πανεπιστήμιο εξωθείται να λειτουργήσει σε ανταποδοτική βάση.
Από τη «χρηματοδότηση των Πανεπιστημίων» περνάμε στην «επιδότηση του φοιτητή» μέσω της καθιέρωσης του φοιτητικού κουπονιού. Το φοιτητικό κουπόνι αποτελεί  το πρώτο βήμα στη λογική της αντιμετώπισης του φοιτητή ως πελάτη , την εξοικείωση με την ιδέα καταβολής αντιτίμου για τις υπηρεσίες που προσφέρει το πανεπιστήμιο και τελικά την πλήρη απόσυρση του κράτους από τη χρηματοδότηση των πανεπιστήμιων.
Η υλοποίηση όλων αυτών είναι αυτή που επιβάλλει την αλλαγή του διοικητικού μοντέλου των Πανεπιστημίων και την περαιτέρω συρρίκνωση της δημοκρατιικής οργάνωσης της λειτουργίας των Πανεπιστημίων.
2. ΑΥΤΑΡΧΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ: Η Υπουργός προτείνει για τα κρίσιμα ζητήματα του πανεπιστημίου (τη χάραξη στρατηγικής, την κατανομή πόρων κ.α.) να μην αποφασίζουν πια τα αρμόδια δημοκρατικά εκλεγμένα όργανα (Πρυτανικό Συμβούλιο, Σύγκλητος, Συνέλευση τμήματος) αλλά ένα εξωτερικό Συμβούλιο Διοίκησης, που στερείται παντελώς δημοκρατικής νομιμοποίησης και θα περιλαμβάνει από τοπικούς άρχοντες έως εκπροσώπους του επιχειρηματικού κόσμου. Δηλαδή τόσο οι φοιτητές όσο και τα μέλη ΔΕΠ αποκλείονται από την συνδιοίκηση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
3. Καθιέρωση των εξατομικευμένων επαγγελματικών προσόντων χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα προκειμένου να παραχθεί ένα ευέλικτο, φθηνό, καταρτισμένο επιστημονικό προσωπικό. Η δυνατότητα « δημιουργίας από κάθε φοιτητή του δικού του προγράμματος» ουσιαστικά και πρακτικά οδηγεί στην κατάργηση του προγράμματος σπουδών και της καλλιέργειας ολοκληρωμένων επιστημονικών αντικειμένων. Το «ατομικό πτυχίο» του κάθε φοιτητή θα καθορίζεται με βάση τις συγκυριακές απαιτήσεις των επιχειρήσεων της αγοράς. Τα ευλύγιστα προγράμματα εξυπηρετούν τις ευλύγιστες σχέσεις εργασίας και εξατομικεύουν τα επαγγελματικά προσόντα. Συνεπώς  πέρα από την ακαδημαϊκή  υποβάθμιση των σπουδών θα έχουμε και πλήρη κατακερματισμό των επαγγελματικών  δικαιωμάτων.
4. Επιβολή απόλυτου ελέγχου στη γνώση που προκύπτει από τη βασική έρευνα προκειμένου να παραχθεί πλήρως ελεγχόμενη καινοτομία για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Ο στόχος αυτός επιδιώκεται να επιτευχθεί με τη συγκεντροποίηση της έρευνας σε λίγα κέντρα ( κέντρα «αριστείας») μέσω της ελεγχόμενης χρηματοδότησης, παροπλίζοντας την πλειοψηφία των ερευνητών. Ήδη η πολιτική αυτή γίνεται εμφανής από τον τρόπο χρηματοδότησης των Ευρωπαϊκών και Εθνικών ερευνητικών προγραμμάτων.
Η κυβέρνηση δηλώνει ότι θα προχωρήσει στην θεσμοθέτηση των παραπάνω μεταρρυθμίσεων   στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση αγνοώντας τις απόψεις των Συγκλήτων σχεδόν όλων των πανεπιστημίων της χώρας καθώς και τις προτάσεις των Συνόδων των πρυτάνεων, που απέρριψαν το κείμενο διαβούλευσης. Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Συγκλήτων το κείμενο των προτάσεων του Υπουργείου δεν αποτελεί θέμα διαβούλευσης, όχι μόνο γιατί δεν επιλύει τα προβλήματα του Πανεπιστήμιου, αλλά τα επιδεινώνει περαιτέρω οδηγώντας το Πανεπιστήμιο σε επικίνδυνες ατραπούς.  Παραβιάζει θεμελιώδεις συνταγματικές  αρχές όπως ο δημόσιος χαρακτήρας του Πανεπιστήμιου και το αυτοδιοίκητο ( αρθρο 16) αλλά και θεμελιώδεις ακαδημαϊκές αρχές.

Αιχμές της πολιτικής αντιπαράθεσης:

1. Καταργήσεις – συγχωνεύσεις σχολείων: Καίριας σημασίας ζήτημα που συσπειρώνει όλη την εκπαιδευτική κοινότητα, και την τοπική αυτοδιοίκηση, σε άμεση αντιπαράθεση με την ακολουθούμενη εκπαιδευτική πολιτική (περικοπές κ.λπ.).
2.  Ζητήματα τριτοβάθμιας (διαβούλευση, άσυλο), που συνενώνουν μεγάλες δυνάμεις της πανεπιστημιακής κοινότητας και εργαζομένους. Με κύρια αιχμή οικονομική αυτοτέλεια-φοιτητικό κουπόνι-δίδακτρα.
3.   Ζητήματα εκπαιδευτικού προσωπικού (ελαστικές εργασιακές σχέσεις, μείωση προσλήψεων-αδιοριστία, ουσιαστική κατάργηση της οργανικής θέσης, περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, γήρανση μόνιμου προσωπικού κ.λπ.). Ειδικά τα θέματα της αδιοριστίας και των ελαστικών σχέσεων εργασίας θα βρεθούν στην αιχμή του δόρατος.
Ωρομίσθιοι- 407 στα παν/μια, συμβασιούχοι στα ΤΕΙ
4.  Ζητήματα ισότητας εκπαιδευτικών ευκαιριών (σχολική αποτυχία/διαρροή, διακρίσεις σε βάρος παιδιών μεταναστευτικής καταγωγής κ.λπ., μορφές αντισταθμιστικής εκπαίδευσης, αρνητικές επιπτώσεις από τις συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολικών μονάδων κ.τ.ό.).

Προτάσεις- Σκέψεις για την καλύτερη παρέμβαση του κόμματος:

  • Ενημερωτική πρωτοβουλία του Τμήματος Παιδείας του ΣΥΝ με βάση τις παραπάνω αιχμές (διακίνηση ενημερωτικού εντύπου, οργάνωση ενημερωτικών εκδηλώσεων για θέματα παιδείας σε τοπική κλίμακα κ.λπ.) με στόχο την ενεργοποίηση του κόμματος σε θέματα παιδείας, τη δημιουργία συμμαχιών και την ανάπτυξη ενωτικών διεκδικητικών πρωτοβουλιών τόσο τοπικά όσο και κεντρικά. Η ως τώρα εμπειρία από ανάλογες εκδηλώσεις στη περιφέρεια και στην Αττική είναι θετική.
  • Οργάνωση εναλλακτικών σε σχέση με το ΕΣΥΠ μορφών διαλόγου για θέματα παιδείας που θα συσπειρώνουν ευρύτερες ομάδες εμπλεκομένων στην εκπαίδευση στην κατεύθυνση μιας ριζικής εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
  • Η γραμματεία του τμήματος παιδείας αποφάσισε την διοργάνωση διημερίδας σ’αυτό το πλαίσιο με στόχο την διεύρυνση των συμμαχιών μας, και την ενεργοποίηση- συστράτευση  διανοούμενων , πανεπιστημιακών, επιστημονικών φορέων, συλλόγων γονέων, φοιτητών… Καλύτερα θα ήταν η διημερίδα να οργανωθεί σε συνεργασία με την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, και με την θεματική παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ.
  • Πιο άμεση και αποτελεσματική σύνδεση και συνεργασία νομαρχιακών – τμήματος παιδείας ΣΥΝ – Θεματικής Παιδείας ΣΥΡΙΖΑ - Κοινοβουλευτικής Ομάδας, για εκπαιδευτικά ζητήματα.
  • Επίταση της κοινοβουλευτικής αντιπαράθεσης σε θέματα παιδείας που θα αφορούν όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Κάλυψη περιοχών στις οποίες δεν υφίσταται κοινοβουλευτική εκπροσώπηση από τα περιφερειακά μας σχήματα.
  • Διατύπωση εναλλακτικών προτάσεών μας ως απαραίτητο συμπλήρωμα της κριτικής μας (συμπλήρωση και επικαιροποίηση των θέσεών μας, κάλυψη θεμάτων με τα οποία δεν έχουμε ασχοληθεί συστηματικά, όπως είναι οι σχολές ΟΑΕΔ, τα ΙΕΚ, γενικότερα η διά βίου μάθηση, η εκπαίδευση ομογενών στο εξωτερικό, τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας, η εκπαίδευση στις φυλακές κ.λπ.).
  • Στενότερη συνεργασία του Τμήματος Παιδείας με το Ινστιτούτο «Νίκος Πουλαντζάς» για την περαιτέρω επεξεργασία ζητημάτων της εκπαιδευτικής επικαιρότητας.
  • Δραστηριοποίηση ειδικών σε θέματα εκπαίδευσης και εργαζομένων στην εκπαίδευση ενός ευρύτερου φάσματος, στη βάση της προάσπισης και προαγωγής της δημόσιας δωρεάν παρεχόμενης εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. Σε συνάφεια με αυτό, ανάπτυξη δραστηριοτήτων αλληλεγγύης σε θέματα παιδείας προς όσους/όσες δοκιμάζονται από την οξύτητα της πολιτικής της τρόικας.
  • Αξιοποίηση των δυνατοτήτων συνεργασίας σε ευρωπαϊκή και διεθνή κλίμακα (Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, Ευρωπαϊκό/Μεσογειακό Κοινωνικό Φόρουμ, εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες και κινήματα κ.λπ.).
  • Να απασχολήσουν σοβαρά τις πολιτικές κινήσεις οι εκλογές στους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων που γίνονται αυτή την περίοδο.
  • Δραστηριοποίηση της Θεματικής Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ τόσο σε επίπεδο επεξεργασιών σε θέματα παιδείας όσο και συντονισμού για την ανάπτυξη διεκδικητικών αγώνων.

Μάρτιος 2011



.